Και εγένετω Σμούρκ
Όσοι από εσάς έχετε διαβάσει, στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, το παρόν ταξιδιωτικό, σίγουρα θα θυμάστε το όνομα του διάσελου που διασχίσαμε με τον
@rigas ανεβαίνοντας από το χωριό Μοναστηράκι προς τον εγκαταλελειμένο οικισμό της Φτέρης. Μα φυσικά αναφέρομαι στο Σμούρρρκ, που έμελλε να γίνει σήμα κατατεθέν της βόλτας εκείνης αλλά και μελλοντικών που ακολούθησαν και είχαν ως αντικείμενο πάσα που οδηγούν στο πουθενά!
Διαβάζοντας το όνομα του διάσελου, κάποιοι ίσως πιστέψατε ότι ήταν ένα αποκύημα της φαντασίας μας, μια ονομασία που ξεπήδησε από την σφαίρα της πλάνης, κάτι το πιασάρικο ώστε να προσδώσει αυτό το κατιτίς στο ταξιδιωτικό που ακολούθησε. Και όμως, παρόλο που επιβεβαιώθηκε από την μαρτυρία ντόπιου ποιμένα αλλά και από τον Κώστα με τον Ξενώνα, ακόμα γύριζε μέσα στο μυαλό μου η παράξενη αυτή ονομασία και φυσικά η προέλευσή της.
Μόλις τρεις μήνες πέρασαν, από την εκδρομή αυτή και κάτι το καρμικό έμελλε να συμβεί. Βυθισμένος, όπως έγραψα και στην αντίστοιχη δημοσίευση, στις ιστορίες των βουνών του Τάκη Ντάσιου, έπεσα σε μια, που αφορούσε το χωριό Μοναστηράκι Αγράφων και την ανάβαση με αφετηριά αυτό, τις κορυφές Παπαδιά και Καλόγηρος. Κατευθείαν ξεκίνησα το διάβασμα ώσπου ω του θαύματος, ο Τάκης είχε περάσει και αυτός, από το περί ου ο λόγος, διάσελο! Και μάλιστα βρήκε και αυτός ντόπιο ποιμένα, με περισσότερη όρεξη από αυτόν που βρήκαμε εμείς, που του ανέλυσε πλήρως την προέλευση της ονομασίας.
Παραθέτω παρακάτω την ιστορία του Τάκη Ντάσιου, την οποία αφηγείται ο Μήτσος Αρωνιάδας.
Διάσελο του Μούρκ’
Μια που ήμαστε στο διάσελο, μαθαίνουμε από πού πήρε την ονομασία το διάσελο του Μούρκ΄
«
Να σας πως την ιστορία για «του Μούρκ», το διάσελο ψηλά που λέμε..
Τον καιρό εκείνον, μετά τους Καραγκούνηδες ήρθαν οι Βλάχοι, άλλοι σκηνίτες, μιλάμε για πολλά χρόνια πίσω, το 1800 οι καραγκούνηδες φύγανε απ’ εδώ.. Εδώ κάτω στον Πλατανιά (Φτέρη) πρωτοκατοίκησε ένας Ταλάντζης, αυτός έκανε προκοπή εδώ μέσα, είχε γελάδια, μελίσσια, αιγοπρόβατα πολλά και οι βλάχοι είχαν τα πρόβατα εκεί που αρμέγω εγώ τα δικά μου, είχαν 500 πρόβατα, επάνω εκεί στην Λούτσα παρακάτω. Είχαν και ένα μπάντζιο να φτιάχνει το τυρί. Αρρωσταίνει ο μπάντζιος τότε, πεθαίνει, τί να τον κάνουν οι βλάχοι, έπρεπε να τον πάνε στο Μοναστηράκι, στο πλησιέστερο χωριό, την εκκλησία να τον ενταφιάσουν. Στέλνουν κάτω μήνυμα και φέρνουν τον Ταλάντζη. Έρχεται αυτός και τον κόβει στον ώμο και τον έβγαλε εκεί στο διάσελο. Οι Βλάχοι οι κτηνοτρόφοι, οι παλιοί και οι νέοι που ακόμη υπάρχουν, σου μιλάνε τώρα εδώ και τα πιστεύεις όλα, σου κουβεντιάζουν όλο πονηρά, με ειρωνεία, εσύ μιλάς καλά και αυτοί σε ειρωνεύονται. Το κάναν αυτό γιατί θέλανε να κάνουν την πονηριά τους, την βλακεία τους για μένα. Έτσι ήταν το πράγμα τότε.
Μόλις ο Ταλάντζης βγήκε στο διάσελο, λέει «παιδιά να τον αφήσω κάτω να κατουρήσω». Έκανε αριστερά πέρα κατά κείνη την μεριά, κατά τον Καλόγηρο. Περιμέναν να γυρίσει, τίποτα, κάνουν κοιτάνε και τον βλέπουν εδώ πιο πάνω. Εδώ η απέναντι πλαγιά ήταν όλο έλατα, τουφεκάνε απ’ εκεί με τους γκράδες, πού να τον βαρέσουν. Μπόρεγαν να τον σηκώσουν απ’ εκεί αυτοί δεν μπόρεγαν.. Τι να κάνουν κι αυτοί, έσκαψαν με τα μαχαίρια και τον έβαλαν εκεί απ’ κάτω στην ράχη. Τον έλεγαν Μούρκο και ήταν Κεφαλλωνίτης και γι’ αυτό η ράχη πήρε το όνομα η «ράχη του Μούρκ»‘.»
(Αφηγητής Μήτσος Αρωνιάδας, Βαθιά Λαγκάδα)
Άρα τελικά το Σμουρρρκ είναι Μουρκ, αλλά! Όπως φάνηκε τελικά, από τις διασταυρούμενες πηγές, όταν εμείς ρωτήσαμε - Σε ποιό διάσελο είμαστε ή -Πώς το λένε το διάσελο, οι απάντηση που πήραμε ήταν Στου Μούρκου. Αν βάλεις τώρα στο παιχνίδι την πάγια τακτική των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής να κόβουν καταλήξεις κατά την ομιλία τους, τότε από το Σ
του Μούρκ
ου, προκύπτει πολύ εύλογα ότι εμείς ακούσαμε Σμούρκ!
Και επειδή είναι εύηχο αλλά και πιασάρικο,
κρατάμε τελικά το Σμουρκ!
Απλή την επόμενη φορά, θα ανάψουμε και ένα κεράκι για τον άτυχο Κεφαλλονίτη, που βρέθηκε να τυροκομεί σε μια κορφή των Αγραφων, αγνοώντας ότι θα γίνει μέρος αυτής!
Παραθέτω παρακάτω τον σύνδεσμο για το πλήρες κείμενο από το blog " Ορεινογραφίες "
Στις κορφές Παππαδιά 1.750 μ. και Καλόγηρος 1.713 μ. πάνω απ’ το Μοναστηράκι